Το ΙΤΕ συντονίζει το Εθνικό Δίκτυο Ιατρικής Ακριβείας για Νευροεκφυλιστικά Νοσήματα | Νέα

Επιστημονικά Νέα

Το_ΙΤΕ_συντονίζει_το_Εθνικό_Δίκτυο_Ιατρικής_Ακριβε
03.06.2020

Το ΙΤΕ συντονίζει το Εθνικό Δίκτυο Ιατρικής Ακριβείας για Νευροεκφυλιστικά Νοσήματα

Το Εθνικό Δίκτυο Έρευνας Νευροεκφυλιστικών Παθήσεων στη Βάση της Ιατρικής Ακριβείας ξεκινάει τη λειτουργία του. Πρόκειται για μια εμβληματική πρωτοβουλία του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, και αρχική χρηματοδότηση 2,2 εκ. €, με διετή διάρκεια υλοποίησης. Στο Δίκτυο, που καθιστά την Ελλάδα συμμέτοχο στη διαμόρφωση του χάρτη της ιατρικής του μέλλοντος, συμμετέχουν κορυφαία Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, με συντονιστή το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ) και συν-συντονιστή το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ).

Στη χώρα μας, με την ιδιαίτερα έντονη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού να αυξάνεται συνεχώς, οι νευροεκφυλιστικές ασθένειες (όπως η νόσος Πάρκινσον, η Πολλαπλή Σκλήρυνση, η νόσος Αλτσχάιμερ, και άλλες μορφές άνοιας) αφορούν δεκάδες χιλιάδες πάσχοντες, ενώ έρευνες εκτιμούν πως ο αριθμός τους θα υπερτριπλασιαστεί στις επόμενες δεκαετίες. Στην αντιμετώπιση του φαινομένου, που τείνει να λάβει διαστάσεις επιδημίας, θα συμβάλλει το Εθνικό Δίκτυο Έρευνας Νευροεκφυλιστικών Παθήσεων, μέσω της αξιοποίησης της Έρευνας προς όφελος της Δημόσιας Υγείας. Σε ερευνητικό επίπεδο, στη χώρα διεξάγονται μελέτες εστιασμένες σε πρώιμη–προκλινική διερεύνηση νευροεκφυλιστικών παθήσεων, ενώ συστηματική καταγραφή περιστατικών πραγματοποιείται και από Ερευνητικά Κέντρα.

Το νέο Δίκτυο Ιατρικής Ακριβείας περιλαμβάνει τέσσερις διακριτούς στόχους:

1. Τη δημιουργία Μητρώου Νευροεκφυλιστικών Νόσων

2. Τη δημιουργία Τράπεζας Βιολογικού Υλικού Νευροεκφυλιστικών Νόσων

3. Τη Βιοχημική και Μοριακή ανάλυση βιολογικού υλικού

4. Την ανάπτυξη κυτταρικών και ζωικών μοντέλων, καθώς και καινούργιων βιολογικών δεικτών για νευροεκφυλιστικές ασθένειες

Το Δίκτυο συντονίζεται από τον Πρόεδρο του ΙΤΕ και Καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νεκτάριο Ταβερναράκη, με συν-συντονιστή τον Καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Λεωνίδα Στεφανή. Στο πρώτο στάδιο ανάπτυξης, οι φορείς που θα υλοποιήσουν τη δράση, υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, είναι το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Ελληνικό Ινστιτούτο ΠΑΣΤΕΡ, το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, το Ερευνητικό Κέντρο Βιοϊατρικών Επιστημών «Αλέξανδρος Φλέμιγκ», το Πανεπιστήμιο Πατρών, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σε επόμενο στάδιο, υπάρχει σχεδιασμός για την επέκταση του Δικτύου, ώστε αυτό να συμπεριλάβει και άλλους Ερευνητικούς Φορείς, Πανεπιστήμια αλλά και Νοσοκομειακές Κλινικές της χώρας, με δραστηριότητα που αφορά Νευροεκφυλιστικά Νοσήματα.

Όπως δήλωσε ο Συντονιστής του Δικτύου, καθ. κ. Νεκτάριος Ταβερναράκης, «Η έναρξη του Εθνικού Δικτύου Έρευνας Νευροεκφυλιστικών Παθήσεων έρχεται να προστεθεί στο δίκτυο των εμβληματικών δράσεων Ιατρικής Ακριβείας, στις οποίες το ΙΤΕ συμμετέχει ενεργά. Πρόκειται για δράσεις εθνικής εμβέλειας, που καλύπτουν το φάσμα ογκολογικών, καρδιαγγειακών και πλέον και νευροεκφυλιστικών παθήσεων, με άμεσο κοινωνικό όφελος. Η τεχνογνωσία και οι υποδομές που θα δημιουργηθούν στο πλαίσιο του Δικτύου θα είναι πρωτοποριακές και πολύτιμες τόσο για την ελληνική όσο και για την παγκόσμια ερευνητική κοινότητα. Για τους ασθενείς, η πρώιμη διάγνωση αλλά και η εξατομίκευση της θεραπείας συνεπάγεται αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ασθένειας και λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής τους. Για το σύστημα υγείας, οι νέες δυνατότητες για ορθολογικό σχεδιασμό της αντιμετώπισης των ασθενών που προσφέρει το Δίκτυο θα οδηγήσουν σε οικονομία κλίμακας, με περιστολή περιττών δαπανών και εξοικονόμηση πόρων. Τέλος, η συγκέντρωση δεδομένων από τη γενετική ανάλυση πολλών ασθενών θα συμβάλλει στην ανακάλυψη νέας γνώσης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη βιοϊατρική έρευνα με σκοπό την καλύτερη κατανόηση σοβαρών ασθενειών – όπως η νόσος Πάρκινσον και η νόσος Αλτσχάιμερ, αλλά και στην ανάπτυξη νέων θεραπειών».